Thursday, 23 May 2013

Β' Μερος: Νομισμαρχία ή Νομισμοκρατία: Λύσεις και Νομισματικές Μεταρρυθμίσεις


 «Το κυρίαρχο μυστικό των περισσότερων, αν όχι όλων, των μεγάλων υφέσεων [είναι]: Όσο περισσότερο πληρώνουν οι οφειλέτες τόσο περισσότερα χρωστάνε»  IRVING FISHER

Χωρίς θεσμικές μεταρρυθμίσεις στο νομισματικό σύστημα είτε σε διεθνές επίπεδο, είτε στο επίπεδο συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε και στο συνταγματικό επίπεδο ενός κυρίαρχου κράτους είναι αδύνατον να υπάρξουν προϋποθέσεις για βιώσιμη ανάπτυξη χωρίς χρέος.  Το χρήμα σήμερα παράγεται με την μορφή δανείων από ιδιωτικές εμπορικές τράπεζες και κυκλοφορεί μόνο ως ιδιωτικό και δημόσιο χρέος.  Σκοπός των νομισματικών μεταρρυθμίσεων είναι η αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ πολιτικής και αγορών μέσω του εκδημοκρατισμού της έκδοσης και της κυκλοφορίας του χρήματος.  Ακόμη όμως και χωρίς μεταρρυθμίσεις αποσιωπήθηκαν προτάσεις οι οποίες μπορούσαν να ανακουφίσουν το δημοσιονομικό πρόβλημα στην Ελλάδα.   Ανεξάρτητα από τον αναγκαίο εξορθολογισμό των δημοσίων δαπανών υπήρχαν λύσεις χωρίς την υπογραφή μνημονίων που θα βοηθούσαν και τον κρατικό και τον ιδιωτικό τομέα να αποφύγει τον φαύλο κύκλο χρέους και αποπληθωρισμού.

Η ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΩΣΗΣ

Ο Prof. Richard Werner, τόσο στην ημερίδα[1] όσο και σε συνεντεύξεις του με αφορμή την ημερίδα που δόθηκαν στο capital.gr και στο περιοδικό Επίκαιρα, τόνισε ότι ήταν εφικτή η αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους χωρίς την προσφυγή στις αγορές ομολόγων. 

Ο Werner έχει επινοήσει τον όρο «ποσοτική χαλάρωση» περιγράφοντας την «ποσοτική θεωρία της πίστωσης», [The Quantity Theory of Credit]. (Werner, 1992)  Υποστηρίζει ότι η δημιουργία πίστωσης, οι χορηγήσεις δανείων από τις τράπεζες, είναι η πιο σημαντική μακροοικονομική μεταβλητή. (Werner, 2005)  Οι χορηγήσεις θα πρέπει να διαχωρίζονται σε πιστώσεις που επηρεάζουν το ΑΕΠ και σε αυτές που δεν το επηρεάζουν.   Πιστώσεις που κατευθύνονται στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές δεν έχουν επίδραση στο ΑΕΠ ενώ η πίστωση που κατευθύνεται στην κατανάλωση οδηγεί σε πληθωρισμό.  Αντιθέτως η πίστωση που κατευθύνεται στις επενδύσεις δημιουργεί ανάπτυξη αλλά και θέσεις εργασίας.  Η δημιουργία πίστωσης από τον ιδιωτικό τραπεζικό τομέα έχει καθοριστική επίδραση στην συνολική προσφορά χρήματος (97%) και καθιστά τον ρόλο του τραπεζικού τομέα κομβικό στο που κατευθύνεται η πίστωση.  Οι πιστώσεις που κατευθύνονται στον χρηματοπιστωτικό τομέα δημιουργούν φούσκες ενεργητικού και χρηματοπιστωτικές κρίσεις.  Η ακολουθούμενη πολιτική είναι μία διαστρέβλωση της έννοιας της «ποσοτικής χαλάρωσης» αφού στην πραγματικότητα οι κεντρικές τράπεζες διοχετεύουν την ρευστότητα στον χρηματοπιστωτικό τομέα και όχι στην πραγματική οικονομία.

Η κρίση στην Ελλάδα ήταν απολύτως προβλέψιμη όπως και ότι συνέβη μετά 2009 προκλήθηκε από την νομισματική πολιτική της Τράπεζας της Ελλάδας και της ΕΚΤ.  Η πολιτική που επιλέχθηκε ήταν η Ελλάδα να αυξήσει τα χρέη της δανειζόμενη από την Τρόϊκα, η έξοδος από το ευρώ και η χρεοκοπία θα έπρεπε να αποφευχθούν, η Ελλάδα έπρεπε να μειώσει τις δαπάνες και να περικόψει το κοινωνικό κράτος ενώ η οικονομική πολιτική θα ελέγχεται από την Τρόϊκα.  Καμία αναφορά στην ανάπτυξη και στην ανεργία που προκλήθηκε από την ύφεση.  Ο Werner υποστηρίζει ότι υπήρχε λύση που θα μείωνε το χρέος και τα ελλείμματα, θα έλυνε το πρόβλημα της χρηματοδότησης χωρίς να καταφύγει η Ελλάδα στην αγορά ομολόγων και θα βοηθούσε τις τράπεζες να αυξήσουν τις χορηγήσεις χωρίς εξτρά κόστος.  Ούτε υπάρχει λόγος να εκδοθούν ευρωομόλογα ή για κεντρικό έλεγχο της δημοσιονομικής πολιτικής η οποία σε συνδυασμό με την απώλεια ελέγχου της νομισματικής πολιτικής οδηγεί σε απώλεια εθνικής κυριαρχίας.

Χωρίς να παραγνωρίζει το γεγονός ότι τα κράτη πρέπει να εξορθολογήσουν τις δαπάνες τους και να μειώσουν το κόστος δανεισμού τους η πρώτη προϋπόθεση είναι να σταματήσουν τα κράτη να δανείζονται από τις αγορές ομολόγων.  Έχουμε αναρωτηθεί για ποιόν λόγο δανειζόμαστε από τις αγορές ομολόγων;  Το γιατί τα κράτη δανείζονται από τις αγορές ομολόγων το είδαμε ήδη μια και το χρήμα δεν είναι κρατικό και κυκλοφορεί μόνο ως χρέος ενώ επιπλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση κανένα κράτος δεν έχει πρόσβαση στην Κεντρική Τράπεζα.  Το γιατί καταλήγουν να δανείζονται η απάντηση κατά τον Werner είναι στα κέρδη που δημιουργεί η τεράστια αγορά ομολόγων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στις Goldman και τις JP Morgan.  Θα προσθέταμε ότι είναι ουσιαστικά η διαπλοκή του πολιτικού με το χρηματοπιστωτικό σύστημα.  Η λύση που θα μας κρατούσε εντός ευρώ και θα αποφεύγαμε την χρεοκοπία και τα μνημόνια, προ του καταστροφικού PSI βέβαια όπου χρεοκοπήσαμε και τους ασφαλιστικούς φορείς και τις τράπεζες, αλλά και τα πλεονεκτήματά της θα ήταν:

1. Ο απευθείας δανεισμός του κράτους από χαμηλότοκα συμβόλαια δανεισμού από τις εμπορικές τράπεζες.  Να ξανατονίσουμε ότι από το 1994 τα κράτη της Ευρωζώνης δεν μπορούν να δανειστούν απευθείας από τις κεντρικές τους τράπεζες χαμηλότοκα, κάτι το οποίο ισχύει και στην Ελλάδα με τον νόμο 2275/29.12.1994.  Όμως δεν έχει απαγορευτεί στις ιδιωτικές τράπεζες να υπογράφουν συμβάσεις δανεισμού με τα κράτη.

2. Αυτή η λύση είναι σε συμφωνία και με το πλαίσιο που θέτει η Βασιλεία για την κεφαλαιακή επάρκεια μια και το κρατικό χρέος ακόμη και τώρα παραμένει μηδενικού ρίσκου.  Το πρόβλημα της κεφαλαιακής επάρκειας δημιουργήθηκε μετά το PSI ακριβώς από την εμμονή να καταθέτουν οι τράπεζες ομόλογα στην ΕΚΤ ως αντίκρυσμα για να αντλούν ρευστότητα και να χρηματοδοτούν το δημόσιο έλλειμμα με την έκδοση νέων ομολόγων.  Η λύση αυτή θα γίνονταν αποδεκτή και από την ΕΚΤ.

3. Τα δάνεια θα ήταν χαμηλότοκα μεταξύ του 1% που είναι το κόστος αναχρηματοδότησης των τραπεζών και χαμηλότερα από τους οποιοδήποτε όρους έχουμε υπογράψει με τις διμερείς συμβάσεις.  Επιπλέον, οι δανειακές συμβάσεις στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών θα αύξαναν την ποιότητα του ενεργητικού τους μια και η αποτίμηση δεν γίνεται με την μέθοδο mark-to market.  Τα κέρδη θα ενίσχυαν τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών με αποτέλεσμα να αυξάνονταν οι χορηγήσεις στον ιδιωτικό τομέα και στην πραγματική οικονομία οδηγώντας την σ’ έναν ενάρετο κύκλο ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας.  Τα κράτη θα είχαν την αποκλειστική ευθύνη για τον δανεισμό τους ενώ δεν θα επιβαρύνονταν οι φορολογούμενοι.

4. Αντί να γίνεται δημόσιο χρέος η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί με το χρηματοδοτήσουν οι τράπεζες τις κυβερνήσεις από τις οποίες άλλωστε έλαβαν και στήριξη. 

Στα προφανή αυτά οφέλη από αυτή την προσέγγιση, ο Werner προσθέτει και ότι έτσι θα αντιμετωπίζονταν το βασικό πρόβλημα που είναι η ανάπτυξη μια και οι περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές αλλά και η συρρίκνωση της πίστωσης οδηγούν σε ύφεση και ανεργία.  Η τραπεζική πιστωτική επέκταση αυξάνει την ποσότητα του χρήματος το οποίο και θα ωθούσε ανοδικά το ΑΕΠ.  Σε αυτό θα μπορούσε να προσθέσει κανείς ότι θα ήταν λιγότερο οδυνηρός ο αναγκαίος μετασχηματισμός του οικονομικού μοντέλου από καταναλωτικό σε παραγωγικό μέσω των επενδύσεων στην πραγματική οικονομία.  Το αποπληθωριστικό σπιράλ του θανάτου θα μετατρέπονταν σε ένα θετικό κύκλο ανάπτυξης, αύξησης των φορολογικών εσόδων και μείωσης της σχέσης χρέους προς ΑΕΠ.

Όχι μόνο δεν ακολουθήθηκε μία πολιτική που θα μπορούσε να ελαχιστοποιήσει το κόστος στην ελληνική οικονομία αλλά όταν έγιναν αυτές οι προτάσεις στο Υπουργείο Οικονομικών και στον ΟΔΔΗΧ τις αγνόησαν.

Ο Werner υποστηρίζει ότι οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να υπόκεινται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο.   Δεν διστάζει να συγκρίνει την ΕΚΤ με την Reichsbank, την προκάτοχο της Bundesbank στην αυτοκρατορική και χιτλερική Γερμανία.  Η ανεξαρτητοποίηση της Reichsbank το 1924 από οποιοδήποτε δημοκρατικό έλεγχο είχε τις καταστροφικές συνέπειες που όλοι γνωρίζουμε.  Υποστηρίζει ότι χρειάζονται ρυθμίσεις που να ελέγχουν το τραπεζικό σύστημα και να κατευθύνουν την πίστωση που δημιουργούν οι τράπεζες στην πραγματική οικονομία και στις επενδύσεις και όχι σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα.  Υποστηρίζει ότι η κατεύθυνση της πολιτικής των κεντρικών τραπεζών πρέπει να εστιαστεί στην ανάπτυξη του ονομαστικού ΑΕΠ (Werner, 2013) και ότι ο «χρηματοπιστωτικός τζόγος» πρέπει να απαγορευτεί και θα πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος μη κερδοσκοπικών συνεταιριστικών τραπεζών σε επίπεδο τοπικής οικονομίας.  Ταυτόχρονα οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να αγοράσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην ονομαστική τους αξία μία και θα αποκομίσουν από αυτά κέρδη εξυγιαίνοντας ταυτόχρονα το τραπεζικό σύστημα.  Το ερώτημα που θέτει είναι τελικά εάν χρειαζόμαστε ένα τέτοιου είδους χρηματοπιστωτικό σύστημα και υποστηρίζει ότι το χρήμα είναι κρατικό δημόσιο αγαθό.  Στην πραγματικότητα όποτε στην ιστορία το χρήμα ήταν δημόσιο αγαθό οι οικονομίες αναπτύσσονταν χωρίς την ύπαρξη χρηματοπιστωτικών κρίσεων.  Καταλήγει ότι οι προτάσεις του δεν μπορούν να ξεπεράσουν την απαίτηση για ευρύτατες νομισματικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες είναι απαραίτητες για την οριστική επίλυση της κρίσης.

ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

Για τον Καθηγητή οικονομικής κοινωνιολογίας Joseph Huber[2] η κρίση προκλήθηκε από την υπέρμετρη και χωρίς  περιορισμούς πιστωτική επέκταση.

Υπάρχουν δύο κύρια κανάλια μέσω των οποίων η επέκταση του ενεργητικού των εμπορικών τραπεζών, δηλαδή αύξηση της προσφοράς χρήματος, συμβάλλει στην δημιουργία χρηματοπιστωτικής φούσκας και της υπερχρέωσης των εμπλεκομένων παραγόντων [Γράφημα 1]:

1.Τραπεζικές πιστώσεις (επιπλέον δημιουργία χρήματος) για άμεση μόχλευση των χρηματοπιστωτικών αγορών (π.χ επενδύσεις σε μετοχές, ακίνητα, παράγωγα, συνάλλαγμα, κεφάλαια ιδιωτικών συμμετοχών για μοχλευμένες εξαγορές οι περισσότερες εκ των οποίων είναι χρηματοδοτούμενες από πίστωση)
2.

Τραπεζικές πιστώσεις (επιπλέον δημιουργία χρήματος) για τη χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους, δηλαδή η αγορά κρατικών ομόλογων πληρώνοντας με την δημιουργία καταθέσεων όψεως.  Ο όγκος των κρατικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων δεν είναι παρά μια άλλη φούσκα, στην πραγματικότητα είναι η μεγαλύτερη φούσκα από όλες.

Η αύξηση της ποσότητας του χρήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 1995 έως και το 2008 τροφοδότησε κατά 6/8 τις φούσκες ενεργητικού, κατά 1/8 τον πληθωρισμό και μόνο κατά 1/8 την πραγματική οικονομία.  Εμφανής είναι και η ανισοκατανομή των όποιων ωφελειών τουλάχιστον για όσο οι κυβερνήσεις μπορούσαν να αναχρηματοδοτήσουν τον δανεισμό τους.  Το 50%-60% των κερδών κατευθύνθηκε στον τραπεζικό τομέα, το 30%-35% σε επενδυτικά κεφάλαια και ασφαλιστικά ταμεία και μόνο 7%-16% στα νοικοκυριά.  Ως αποτέλεσμα της υπέρμετρης πιστωτικής επέκτασης είναι η δυσανάλογη αύξηση εσόδων από χρηματοοικονομικές επενδύσεις και αντίστοιχα η μείωση εισοδημάτων από εργασία.

Σκοποί των νομισματικών μεταρρυθμίσεων είναι:

1.  Ο έλεγχος της προσφοράς χρήματος (δείκτης M / ΑΕΠ)
2. Ο έλεγχος του πληθωρισμού ενεργητικού (δείκτες ενεργητικό και χρέος / ΑΕΠ)

Μέσω:

1.Την επανάκτηση από το κράτος της νομισματικής κυριαρχίας.
2.Την θεσμοθέτηση του νομισματικού προνομίου ως κυρίαρχου δικαιώματος ύψιστης συνταγματικής σημασίας όπως συμβαίνει και με άλλα κρατικά «μονοπώλια» που αφορούν το δικαίωμα του κράτους να νομοθετεί και να φορολογεί.

Βασικές παραδοχές μίας νομισματικής μεταρρύθμισης:

1.Πλήρης επαναφορά του εκδοτικού προνομίου στο κράτος.
2.Μεταφορά της ευθύνης για την προσφορά χρήματος σε ανεξάρτητη νομισματική αρχή που υπάγεται σε δημοκρατικό έλεγχο.
3.Κατάργηση της τραπεζικής κλασματικών αποθεματικών που επιτρέπει την προσφορά χρήματος από την δημιουργία καταθέσεων ex nihillo.
4.Το εκδοτικό προνόμιο θα πρέπει να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και το δημόσιο ταμείο.  Το νέο χρήμα είτε θα πρέπει να δαπανάται μέσω των δημοσίων δαπανών και να κυκλοφορεί στην οικονομία είτε μπορεί να το δανείζονται οι ιδιωτικές εμπορικές τράπεζες.

Η επίτευξη νομισματικών μεταρρυθμίσεων προϋποθέτει θεσμικές αλλαγές στις καταστατικές συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έτσι ώστε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αποκτήσει τον ρόλο της Τράπεζας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι μόνο της Τράπεζας των τραπεζών.  Αυτός θα έπρεπε να είναι και de facto και όχι μόνο de jure ο ρόλος τους, έναν ρόλο που τον έχουν απωλέσει εξαιτίας της τραπεζικής κλασματικών αποθεματικών και της δυνατότητας των εμπορικών τραπεζών να δημιουργούν χρήμα ex-nihillo.  Η απαίτηση είναι για την εθνικοποίηση του χρήματος και όχι για την κρατικοποίηση των τραπεζών ενώ προτάσεις για νομισματικές  μεταρρυθμίσεις έχουν φτάσει στο σημείο να προτείνουν την θεσμοθέτηση της νομισματικής αρχής ως τέταρτης ανεξάρτητης εξουσίας (Huber & Robertson, 2001).  Ένα από τα πιο προφανή πλεονεκτήματα είναι η 100% εγγύηση όλων των αποταμιεύσεων και η 100% εξάλειψη του κινδύνου του bank run που ακολουθεί μετά από μία τραπεζική κρίση ενώ τα κράτη θα σταματήσουν να προσφεύγουν στις αγορές ομολόγων για την χρηματοδότηση των αναγκών τους.  Ο Irving Fisher είχε υποστηρίξει το 1936 αυτό που έχει ονομαστεί 100% χρήμα με την διατήρηση 100% αποθεματικών για τις καταθέσεις που θα αποτρέψει κρίσεις ρευστότητας ενώ θα οδηγήσει και στην εξάλειψη του δημόσιου χρέους. (Fisher, 100% Money, 1936)
Ο Καθηγητής Huber στην ημερίδα και σε συνεντεύξεις του υποστήριξε ότι δεν υπάρχει ομαλή διέξοδος από την κρίση του σημερινού νομισματικού συστήματος.  Η όποια πρόταση αναπόφευκτα θα περιλαμβάνει διαγραφές χρεών, πληθωρισμό ή/και αρνητικά επιτόκια, προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας.  Αντίθετα η νομισματική μεταρρύθμιση θα αποτρέψει την επανεμφάνιση τραπεζικών κρίσεων και κρίσεων χρέους.

ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ;

Στο ορίζοντα διαφαίνεται μία νέα παγκόσμια νομισματική αρχιτεκτονική η οποία θα προσομοιάζει το νομισματικό σύστημα της κλασσικής εποχής (χρυσός, άργυρος, χαλκός) χωρίς αυτό να σημαίνει επιστροφή στον κανόνα του χρυσού ή σε διμεταλλικό σύστημα.  Δομικά στοιχεία αυτής της αρχιτεκτονικής θα αποτελέσουν.

1.Ένα νέο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα το οποίο προς τιμή του Keynes θα ονομαστεί bancor και προωθείται από το ΔΝΤ και πιθανώς θα αντικαταστήσει τα Ειδικά Τραβηχτικά Δικαιώματα (SDR).  Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι δεν θα πρέπει να είναι μια λογιστική μονάδα αναφοράς αλλά θα πρέπει να αποκτήσει και παρουσία στις διεθνείς αγορές συναλλάγματος και προτείνει την υιοθέτηση του από κάποια όχι κατ’ ανάγκη συστημική χώρα.

2.Τα εθνικά και υπερεθνικά νομίσματα θα καταστούν δημόσια αγαθά ταυτόχρονα με την σταδιακή κατάργηση της τραπεζικής κλασματικών αποθεματικών καθιστώντας ακόμη και παράνομη την αύξηση της ποσότητας του τραπεζικού χρήματος χωρίς αποθεματικά.

3.Η κυκλοφορία συμπληρωματικών «νομισμάτων» σε επίπεδο τοπικής οικονομίας (όπως το WIR στην Ελβετία ή το ΤΕΜ στο Βόλο) ή και σε διαδικτυακό επίπεδο (Bitcoin) παράλληλα με τα εθνικά και υπερεθνικά νομίσματα.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ο γράφων υποστηρίζει ότι είναι αδύνατον να βγούμε από το φαύλο κύκλο υπερχρέωσης και αποπληθωρισμού  και μακροπρόθεσμα η βιωσιμότητα του χρέους δεν είναι εφικτή χωρίς νομισματικές μεταρρυθμίσεις που θα κατοχυρώσουν τον ρόλο του κράτους στο νομισματικό σύστημα.  Η συζήτηση για το ποιο είναι το εθνικό νόμισμα είναι αδιάφορη μια και δεν διεξάγεται σε ένα πλαίσιο που αντιμετωπίζει το ελάττωμα στο μοντέλο.  Η παραμονή στο ευρώ είναι ματαιόδοξος στόχος ενώ και η έξοδος είναι φυγόπονος ανεξάρτητα από τα συμφέροντα που εξυπηρετούνται από την κάθε επιλογή.  Όσοι πιστεύουν στην δραχμή την μάχη θα πρέπει να την δώσουν σε θεσμικό επίπεδο τόσο διεθνώς όσο και εσωτερικά ενώ όσοι πιστεύουν στο ευρώ θα προσέφεραν υπηρεσίες εάν απομακρύνονταν από τον δογματισμό της οικονομικής ορθοδοξίας.  Χρήσιμο θα ήταν να ανοίξει στην πατρίδα μας ένας διάλογος που να αφορά προτάσεις για νομισματικές μεταρρυθμίσεις που θα κατοχυρωθούν συνταγματικά ανεξάρτητα από το νόμισμα αναφοράς.

Ζητούμενο είναι η αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ της πολιτικής και των αγορών.  Στον πυρήνα των ιδεολογιών όλων των αποχρώσεων βρίσκεται ο κεντρικός μη δημοκρατικός έλεγχος της κυκλοφορίας του χρήματος.  Αυτός είναι ο κοινός τόπος όλων των ιδεολογιών και η υπέρβαση των κατασκευασμένων ιδεολογικών αντιπαραθέσεων απαιτεί έναν συνταγματικό ριζοσπαστισμό όμοιο του οποίου ίσως δεν έχουμε δει στην ανθρώπινη ιστορία από την εποχή των μεταρρυθμίσεων του Σόλωνα.  Μόνο ο συνταγματικός επανακαθορισμός των ίδιων των σχέσεων εξουσίας μπορεί να οδηγήσει σε μία μεταδημοκρατική κοινωνία.  Ένας ριζοσπαστισμός που θα οικοδομήσει όχι μόνο λύσεις αλλά και τις νέες απαραίτητες αντιπαραθέσεις  πάνω στις οποίες θα στηριχτεί η ισορροπία στο μέλλον.  Είναι αφέλεια να πιστεύουμε ότι θα λύσουμε τα προβλήματα αλλά είναι αμετροέπεια να μην συμμετέχουμε σε όσα λαμβάνουν χώρα διεθνώς.  Γιατί δεν ανοίγουμε αυτόν τον διάλογο στην χώρα μας;  Στην μάχη των ιδεών πρέπει να ρίξουμε το βάρος και αυτήν πρέπει να κερδίσουμε.  Αμφισβητώντας όλα όσα γνωρίσαμε ως σταθερές.  Γιατί δεν συζητάμε για την εθνικοποίηση του χρήματος;  Γιατί δεν συζητάμε για την εθνικοποίηση της Τράπεζας της Ελλάδας;  Γιατί δεν συζητάμε για την διασφάλιση των καταθέσεων 100% και την απαγόρευση της τραπεζικής κλασματικών αποθεματικών;  Γιατί δεν συζητάμε την δημιουργία δεύτερου ολιγομελούς νομοθετικού σώματος που αφορά την νομισματική και οικονομική πολιτική;  Γιατί δεν συζητάμε την άμεση εκλογή του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας από δημοκρατικές εκλογές;  Γιατί δεν συζητάμε τι είδους νομισματικό σύστημα θέλουμε;

Οι ίδιες οι ιδέες έχουν χάσει κάθε ίχνος αξιοπιστίας ως πλαίσιο λύσεων για τα σημερινά προβλήματα.  Αν οι νέες ιδέες και ένα νέο λεξιλόγιο για την κρίση δεν είναι ικανά για να παρακινήσουν σε δημιουργική συμμετοχή ίσως και να μην υπάρχει ελπίδα υπέρβασης της κρίσης.    Θέλουμε νομισμαρχία και επικυριαρχία αγορών και ολίγιστων ιδεολογιών στους δημοκρατικούς θεσμούς ή νομισμοκρατία και ισορροπία αγορών και πολιτικής σε μία μεταδημοκρατική κοινωνία; 

ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ ΓΙΑ ΤΟ Α' ΜΕΡΟΣ

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο capital.gr στις 17.05.2013

Βιβλιογραφία


Benes, J., & Kumhof, M. (2012). The Chicago Plan Revisited. Working Paper, IMF, Research Department.
Club of Rome. (2012). Money and Systainability:The Missing Link. Ανάκτηση 5 10, 2013, από www.clubofrome.org: http://www.clubofrome.org/cms/wp-content/uploads/2012/05/Summary-MONEY-AND-SUSTAINABILITY-THE-MISSING-LINK.pdf
Fisher, I. (1936). 100% Money (Revised εκδ.). New York: Adelphi.
Fisher, I. (1933, Oct). The Debt-Deflation Theory of Great Depressions. Econometrica , I, σσ. 337-357.
Huber, J., & Robertson, J. (2001). Creating New Money:A Monetary Reform for the Informations Age. Report, New Economics Foundation, London.
IMF. (2010). Reserve Accumulation and International Monetary Stability. Report, International Monetary Fund, Strategy Policy and Review Departments.
Werner, R. (2005). New Paradigm in Macroeconomics. New York: Palgrave Macmillan.
Werner, R. (2013). The Case for Nominal GDP Targeting. Ανάκτηση 5 12, 2013, από Central Banking: http://www.centralbanking.com/digital_assets/6624/CB23.4_May2013_Nominal_GDP_Werner.pdf
Werner, R. (1992). Towards a quantity theory of disaggregated credit and international capital flows. Paper presented at the Royal Economic Society Annual Conference. York, April 1993.




[1] Prof. Richard Werner, «A Solution to the European Crisis: How to Avoid Banking and Debt Crises for good.» παρουσίαση στην ημερίδα «Το Μέλλον του Χρήματος» 24/1/2013, ΑΣΟΕΕ
[2] Joseph Huber, «Creating a Stable Monetary System: The Case for Sovereign Money” παρουσίαση στην ημερίδα «Το Μέλλον του Χρήματος» 24/1/2013, ΑΣΟΕΕ

No comments:

Post a Comment